Αμερικανοί ερευνητές ανακάλυψαν γιατί οι μεταμοσχεύσεις βλαστικών κυττάρων στα έμβρυα, που κάποτε θεωρούνταν ένα πολλά υποσχόμενο εργαλείο για την θεραπεία ανωμαλιών του εμβρύου, αποτύγχαναν: το «φταίξιμο» ήταν της μητέρας.
Αλλά τα μητρικά κύτταρα μπορεί ταυτόχρονα να είναι και η λύση του προβλήματος, σύμφωνα με μια μελέτη σε πειραματόζωα που πρόσφατα (18/1/2011) δημοσιεύτηκε στο Journal of Clinical Investigation. Το πρόβλημα πιθανόν έγκειται στο ότι οι γιατροί προσπαθούσαν να βρουν κύτταρα μυελού των οστών συμβατά με το γενετικό προφίλ του εμβρύου. Το ανοσοποιητικό σύστημα της μητέρας όμως αναγνώριζε τα κύτταρα αυτά ως ξένα και τα απέρριπτε. Όταν όμως χρησιμοποιήθηκαν βλαστικά κύτταρα συμβατά με την μητέρα οι ερευνητές σημείωσαν επιτυχία που άγγιζε το 100%. «Η μελέτη αυτή είναι συναρπαστική γιατί μας δίνει μια άμεση και στοχευμένη λύση που κάνει την μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων στα έμβρυα μια εφικτή πραγματικότητα» είπε ο βασικός συγγραφέας Tippi Mackenzie του Πανεπιστήμιου της Καλιφόρνια. «Τώρα, για πρώτη φορά έχουμε μια βιώσιμη στρατηγική για να αντιμετωπίσουμε εκ γενετής ανωμαλίες των αρχέγονων κυττάρων πριν τον τοκετό». Αν η διαδικασία μεταφερθεί στους ανθρώπους οι γιατροί θα μπορούν να την χρησιμοποιήσουν για να θεραπεύσουν έναν μεγάλο αριθμό κληρονομικών αιματολογικών διαταραχών που μπορούν να ανιχνευτούν μέσω του προγεννητικού έλεγχου, όπως η θαλασσαιμία, η δρεπανοκυτταρική αναιμία, η χρόνια κοκκιωματώδης νόσος και άλλες. Η ανακάλυψη αυτή θα μπορούσε να αποτελεί λύση σε αυτό που οι ερευνητές ονόμαζαν «επιστημονικό αίνιγμα δεκαετιών» και που είχε οδηγήσει πολλούς στο να χάσουν το ενδιαφέρον τους σε αυτόν τον τομέα. «το γεγονός ότι η μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων στα έμβρυα δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχής ήταν ένας γρίφος, αφού το ανώριμο ανοσοποιητικό σύστημα του εμβρύου μπορεί να προσαρμοστεί στο να ανέχεται ξένα στοιχεία» δήλωσε ένας από τους συγγραφείς, ο Qizhi-Tangn του UCSF Transplantation Research Lab. «το καινούριο εύρημα στην μελέτη μας ήταν ότι το ανοσοποιητικό σύστημα της μητέρας έπαιζε επιβαρυντικό ρόλο για την έκβαση της μεταμόσχευσης και ήταν αυτό που τελικά απέρριπτε τα ξένα βλαστοκύτταρα» Χρησιμοποιώντας μια σειρά από πειραματόζωα ως μοντέλα, οι ερευνητές ανέλυσαν το εμβρυικό αίμα και βρήκαν ότι ήταν σε ποσοστό 10% συμβατό με το αίμα της μητέρας, ποσοστό μεγαλύτερο από οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματος του αναπτυσσόμενου οργανισμού. Σε άλλα πειραματόζωα χρησιμοποίησαν βλαστικά κύτταρα τα οποία δεν ταίριαζαν ούτε με την μητέρα ούτε με το έμβρυο. Ένας μεγάλος αριθμός λεμφοκυττάρων της μητέρας πέρασαν στο σώμα του εμβρύου προκαλώντας την απόρριψη των μεταμοσχευθέντων βλαστικών κυττάρων. Όταν όμως οι ερευνητές χρησιμοποίησαν βλαστικά κύτταρα που ταίριαζαν με την μητέρα, η έκβαση ήταν επιτυχής διότι το ανοσοποιητικό σύστημα της μητέρας δεν τα αναγνώριζε ως ξένα. «αν τα βλαστικά κύτταρα που πρόκειται να μεταμοσχευτούν είναι συμβατά με την μητέρα, δεν έχει σημασία αν είναι συμβατά με το έμβρυο» είπε ένας ακόμη από τους συγγραφείς (Amr Nijagal, postdoctoral research fellow and surgery resident at UCSF). «Μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων που προέρχονται από την μητέρα είναι επιτυχής διότι η μητέρα και το αναπτυσσόμενο έμβρυο έχουν εκ των προτέρων αναπτύξει ανοσολογική ανοχή μεταξύ τους» οι ερευνητές ελπίζουν τα αποτελέσματά τους γρήγορα να τύχουν εφαρμογής στον άνθρωπο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου