Follow on Bloglovin

Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

Stem Cells Boost Heart's Natural Repair Mechanisms

 Injecting specialized cardiac stem cells into a patient's heart rebuilds healthy tissue after a heart attack, but where do the new cells come from and how are they transformed into functional muscle?
Researchers at the Cedars-Sinai Heart Institute, whose clinical trial results in 2012 demonstrated that stem cell therapy reduces scarring and regenerates healthy tissue after a heart attack, now have found that the stem cell technique boosts production of existing adult heart cells (cardiomyocytes) and spurs recruitment of existing stem cells that mature into heart cells. The findings, from a laboratory animal study, are published in EMBO Molecular Medicine online

Source\ReadMore:
http://www.sciencedaily.com/releases/2013/01/130130101820.htm

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Stem Cell Therapy to Repair Damaged Knee Cartilage

TEHRAN (FNA)- Rush University Medical Center is conducting the nation's first clinical study in the US of an innovative stem cell drug to repair knee cartilage damaged by aging, trauma or degenerative diseases such as osteoarthritis.

Cartistem is manufactured from mesenchymal stem cells derived from allogeneic (donor) umbilical cord blood. Umbilical cord blood is a readily accessible source of high-quality stem cells, is associated with minimal health risks and carries relatively few ethical concerns.

The stem cells are mixed with hyaluronan, a natural polymer that plays a major role in wound healing and is a building block of joint cartilage. Cartistem is surgically administered into the area of cartilage damage following an arthroscopic surgery as an adjunct to microfracture, a commonly used technique used to repair cartilage damage.

The principal investigator on the study is Dr. Brian Cole, a professor in the department of orthopedics and anatomy and cell biology at Rush University Medical Center. Dr. Cole is the head of Rush's Cartilage Restoration Center and is also the head team physician for the Chicago Bulls. Cole and his co-researchers will assess the drug's safety as well as its ability to regenerate cartilage repair tissue and reduce pain in patients with localized cartilage loss in the knee.

Treating cartilage damage can be problematic because the tissue does not contain blood vessels or nerves and therefore has a limited ability to re-grow. Various treatments for cartilage degeneration, such as drug therapy, arthroscopy and joint replacement, yield mixed results and are unable to regenerate damaged tissue.

"Finding a biological solution for cartilage regeneration in orthopedics is one of the fastest growing areas of research and development in our specialty, said Cole.

"Rush is spearheading this field of research with the ultimate goal of safely improving outcomes and sparing patients from having more complicated surgery at a relatively young age."

The two-year, phase I/IIa study will enroll a total of 12 participants aged 18 years and older, with a body mass index of less than 35. Initially, six individuals with lesions sized 2 to 5 centimeters will be recruited into the study; an additional six volunteers with lesions larger than 5 centimeters will be enrolled sequentially. Each participant will undergo eligibility screening followed by a 12-month observation period to determine the safety and efficacy of the drug with an additional long-term follow-up evaluation at 24 months.

"With a burgeoning aging, yet active population, our patients are looking for effective non-joint replacement solutions to treat their damaged knee cartilage," said Cole. "This research is significant in that it utilizes a commonly performed operation (microfracture) in an effort to improve upon variable outcomes."

"Notably, this is a treatment for patients with localized cartilage damage and not for patients who are diagnosed with diffuse or bone on bone arthritis who have otherwise been told they require a knee replacement." said Cole.

Source: http://english.farsnews.com/newstext.php?nn=9107138743

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Φακός επαφής θεραπεύει με βλαστοκύτταρα

Μια νέα τεχνική για τη θεραπεία βλαβών του κερατοειδούς με βλαστικά κύτταρα μέσω ενός «φακού επαφής» αναπτύχθηκε από βρετανούς επιστήμονες. Η μέθοδος παρακάμπτει σημαντικά προβλήματα των θεραπειών με βλαστικά που δοκιμάζονται σήμερα και υπόσχεται φυσική αποκατάσταση ενός προβλήματος που οδηγεί σε τύφλωση εκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη. Κλινικές δοκιμές αναμένεται να αρχίσουν σύντομα στην Ινδία.

Βιοδιαλυτή μεμβράνη

Η νέα μέθοδος, η οποία αναπτύχθηκε από μηχανικούς του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, συνίσταται στον σχεδιασμό ενός τεχνητού δίσκου σαν μεμβράνη, ο οποίος φέρει το μόσχευμα των βλαστικών κυττάρων και εφαρμόζεται στο μάτι σαν φακός επαφής. Ο δίσκος είναι φτιαγμένος από βιοδιαλυτά υλικά, με τρόπο ώστε να μιμείται τη δομή του ματιού, και επιτρέπει στα βλαστικά κύτταρα να «μεταφερθούν» σταδιακά στην επιφάνεια του κερατοειδούς – του εξωτερικού διάφανου χιτώνα του οφθαλμού.

Η βασική καινοτομία του είναι ότι διαθέτει κοιλότητες – εσοχές παρόμοιες με αυτές που διαθέτει στις άκρες του ο κερατοειδής. Τα βλαστικά κύτταρα, τα οποία λαμβάνονται από το υγιές μάτι του ασθενούς, τοποθετούνται σε αυτές τις εσοχές ώστε να προστατεύονται και να διατηρούνται περισσότερο, επιτρέποντας μια φυσική, όπως λένε οι ερευνητές, αποκατάσταση των βλαβών.

«Ο δίσκος έχει έναν εξωτερικό δακτύλιο ο οποίος διαθέτει κοιλότητες μέσα στις οποίες μπορούν να τοποθετηθούν βλαστικά κύτταρα που λαμβάνονται από το υγιές μάτι του ασθενούς» εξήγησε η δρ Ίλιδα Ορτέγα, κύρια συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Acta Biomaterialia». «Το υλικό στο κέντρο του δίσκου είναι λεπτότερο από ό,τι στον δακτύλιο οπότε διαλύεται πιο γρήγορα, επιτρέποντας στα βλαστικά κύτταρα να πολλαπλασιαστούν κατά μήκος της επιφάνειας του ματιού για να αποκαταστήσουν τον κερατοειδή».

Πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες μεθόδους

Οι μέθοδοι θεραπείας της τύφλωσης εξαιτίας βλάβης του κερατοειδούς που εφαρμόζονται σήμερα συνίστανται είτε σε μεταμόσχευση του κερατοειδούς χιτώνα είτε σε μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων με τη χρήση αμνιακής μεμβράνης από ανθρώπινο δότη ως προσωρινού «μεταφορέα» των βλαστικών.

Σε ορισμένους ασθενείς ωστόσο η θεραπεία μπορεί να αποτύχει ύστερα από μερικά χρόνια επειδή το μάτι αποβάλλει τα βλαστικά κύτταρα, τα οποία είναι απαραίτητα για τη διατήρηση της αποκατάστασης του κερατοειδούς. Ως αποτέλεσμα στον χιτώνα αναπτύσσεται λευκός ουλώδης ιστός ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε μερική ή και σε ολική τύφλωση.

Οι εσοχές που δημιούργησαν οι ερευνητές του Σέφιλντ στον βιοδιαλυτό δίσκο τους έχουν ως στόχο να «ενισχύσουν» τη δράση των βλαστικών κυττάρων συγκεντρώνοντάς τα σε ομάδες και λειτουργώντας σαν μια δεξαμενή που τροφοδοτεί συνεχώς το μάτι με υγιή κύτταρα. Το γεγονός ότι ο δίσκος είναι φτιαγμένος από βιοδιαλυτά υλικά που χρησιμοποιούνται ήδη στα οφθαλμολογικά ράμματα εξασφαλίζει ότι είναι αβλαβής και επιταχύνει σημαντικά τις διαδικασίες. Οι κλινικές δοκιμές αναμένεται να ξεκινήσουν σύντομα στο Οφθαλμολογικό Ινστιτούτο L. V. Prasad, το οποίο συνεργάζεται στη μελέτη στο πλαίσιο κοινού προγράμματος.


Πηγή: http://www.inews.gr/43/fakos-epafis-therapevei-me-vlastokyttara.htm

Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

Umbilical cord stem cell therapy shows promise in infant BPD

By Ingrid Grasmo, medwireNews Reporter

Researchers have successfully used human umbilical cord stem cells to partially prevent damage and restore lung structure and function in an experimental animal model of bronchopulmonary dysplasia (BPD).
"BPD is a lung disease described 45 years ago in which we have made zero progress. And now, with these cord-derived stem cells, there is a true potential for a major breakthrough," said lead study author Bernard Thébaud (Ottawa Hospital Research Institute, Canada) in press statement.
The findings, published in Thorax, may help advance treatment for the most common complication of extreme prematurity and for lung diseases characterized by arrested alveolar growth or loss of alveoli, Thébaud and team say.
They delivered human cord-derived perivascular cells (PCs) or cord blood-derived mesenchymal stem cells (MSCs) either prophylactically or post-alveolar injury to hyperoxia-exposed newborn rats. The lung development of a newborn rat mimics that of premature baby born at 24 weeks', explain the researchers.
Rat pups exposed to hyperoxia showed typical arrested alveolar growth with air space enlargement and loss of lung capillaries. Cord blood-derived MSCs were shown to confer a protective effect on the lungs during oxygen administration when directly injected in lung tissue.
Furthermore, MSCs conferred a reparative effect when injected 2 weeks post-oxygen therapy. The researchers note that despite the observed therapeutic benefits, cell engraftment was low, "suggesting that PCs and MSCs act via a paracrine effect."
Consistent with this hypothesis, cell-free conditioned media from PCs and MSCs also exerted therapeutic benefit when used either prophylactically or therapeutically.
"The prevention approach is legitimate in BPD as one can predict which premature infants are at high risk for developing the disease," say the authors.
When the team examined the treated animals after 6 months (equivalent to 40 human years) they found improvements in exercise performance and persistent benefit in lung structure. No adverse effects were seen with the treatment.
Over concerns of cancerous growth with stem cell therapy, the researchers administered MSCs to healthy control animals not treated with oxygen. No abnormal growths were seen after 6 months.
Thébaud and team hope to undertake a pilot study with 20 human patients within the coming 2 years to test efficacy and safety, with a view to embark on a randomized controlled trial in 4 years.


Source: http://www.news-medical.net/news/20121219/Umbilical-cord-stem-cell-therapy-shows-promise-in-infant-BPD.aspx

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2013

Τα βλαστοκύτταρα κατά της ανδρικής στειρότητας

Με τη βοήθεια των βλαστοκυττάρων προσπαθούν οι επιστήμονες να λύσουν το προβλημα της ανδρικής στειρότητας.
Αμερικανοί γενετιστές κατάφεραν να μετατρέψουν σε υγιή κύτταρα παραγωγής σπέρματος, εισάγοντας βλαστοκύτταρα.
Το πείραμα έγινε σε νεαρές αρσενικές μαϊμούδες, που είχαν μείνει στείρες εξαιτίας των παρενεργειών αντικαρκινικής θεραπείας!
Το σπέρμα γονιμοποίησε με επιτυχία ωάρια θηλυκών ζώων και προέκυψαν υγιή έμβρυα.
Το ιατρικό αυτό επίτευγμα πιστεύεται ότι στο μέλλον θα επιτρέψει σε αγόρια που έχουν μείνει στείρα μετά από θεραπεία για παιδικό καρκίνο, να αποκαταστήσουν τη γονιμότητά τους.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Κάιλ Όργουιγκ του τμήματος γυναικολογίας και αναπαραγωγικής ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιολογίας "Cell Stem Cell", έκαναν πειράματα με μακάκους.
Εννέα στα 12 ενήλικα ζώα και τρία στα πέντε νεαρά (σε προεφηβική ηλικία) που είχαν χάσει την ικανότητα γονιμοποίησης μετά την λήψη ενός φαρμάκου αντικαρκινικής χημειοθεραπείας, την επανέκτησαν μετά την εμφύτευση των βλαστικών κυττάρων.
Ήδη πολλοί ενήλικες, που πρόκειται να κάνουν αντικαρκινική θεραπεία, επιλέγουν να καταψύξουν δείγματα του σπέρματός τους, αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό να γίνει με μικρα αγόρια, που ακόμα δεν παράγουν σπέρμα. Ωστόσο, η νέα τεχνική ανοίγει το δρόμο, ώστε και στην περίπτωση των παιδιών να υπάρχει μια διασφάλιση για την αποκατάσταση της γονιμότητάς τους μετά την αντικαρκινική θεραπεία.

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2013

21ος AΙΩΝΑΣ: Ο ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΒΛΑΣΤΟΚΥΤΤΑΡΩΝ

Στον αιώνα που διανύουμε δύο βραβεία Νόμπελ απονεμήθηκαν σε ερευνητές που το πεδίο της έρευνάς τους είναι τα βλαστοκύτταρα. Το βραβείο Νόμπελ φέτος μοιράστηκε ανάμεσα στον Ιάπωνα Shinya Yamanaka καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Kyoto και τον Άγγλο John Gurdon παλαιότερα καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ  και σήμερα Πρόεδρο του Gurdon Institute of Cambridge. To βραβείο που απονεμήθηκε, αφορά τη μεθοδολογία που μετατρέπει κύτταρα του ενήλικα, όπως κύτταρα του δέρματος, σε πολυδύναμα βλαστοκύτταρα, τα οποία στη συνέχεια μπορούν να εξελιχτούν σε άλλα είδη κυττάρων του ανθρώπινου σώματος. Τα κύτταρα αυτά με την ονομασία επαναπρογραμματιζόμενα κύτταρα ή Iinduced Pluripotent Stem Cells (IPSCs) εμφανίζουν χαρακτηριστικά εμβρυϊκών κυττάρων και έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον των επιστημόνων και του κοινού ως μια πιθανή εναλλακτική λύση στη χρήση ανθρώπινων εμβρυικών βλαστικών κυττάρων. Η μέθοδος στηρίχτηκε στη δημοσίευση που είχε κάνει το 1960 ο Βρετανός Gurdon, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ανέπτυξε τη μέθοδο της κλωνοποίησης στο βάτραχο, χρησιμοποιώντας δερματικά κύτταρα. Η μέθοδος στη συνέχεια εφαρμόστηκε στο πρόβατο και το 1997 δημιουργήθηκε η Dolly. Το 2006 ο Yamanaka σε ηλικία 50 ετών στηριζόμενος στην τεχνολογία αυτή μετέτρεψε ενήλικα κύτταρα του δέρματος ανθρώπου σε πολυδύναμα βλαστοκύτταρα και μάλιστα εμβρυϊκού τύπου. Τα καινούρια βλαστοκύτταρα μπορούν να μετατραπούν σε όλα τα κύτταρα του οργανισμού και να χρησιμοποιηθούν στην Αναγεννητική Ιατρική για την αποκατάσταση οργάνων.
Η μέθοδος αυτή εάν κριθεί ασφαλής και μεταφερθεί στην  κλινική πράξη  θα μπορεί ο καθένας ανά πάσα στιγμή να χρησιμοποιεί τα δικά του βλαστοκύτταρα για όσες εφαρμογές είναι γνωστές μέχρι σήμερα και πιθανόν και αυτές που θα προκύψουν στο μέλλον.
Η μέθοδος αυτή ενώ είναι πρωτοποριακή  ως προς τις ερευνητικές δυνατότητες που παρέχει, σήμερα συναντά ορισμένους περιορισμούς όταν πρόκειται να εφαρμοστεί σε ασθενείς. Ένας εξ αυτών είναι ότι η χρήση εμβρυϊκού τύπου βλαστοκυττάρων, όπως αυτών που προκύπτουν από την  ανωτέρω διαδικασία προκαλεί  ογκογένεση λόγω τοπικής συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού κυττάρων από τον έντονο πολλαπλασιασμό των  εμβρυϊκών κυττάρων, όχι απαραίτητα κακοήθη. Ένας άλλος περιορισμός είναι ότι η μετατροπή των δερματικών κυττάρων σε εμβρυικά βλαστοκύτταρα αφορά περιορισμένο αριθμό κυττάρων, τα οποία για να έχουν θεραπευτική χρήση θα πρέπει να πολλαπλασιαστούν αρκετές φορές. Ο πολλαπλασιασμός αυτός φέρει στην επιφάνεια μεταλλάξεις, μερικές από τις οποίες συνδυάζονται με καρκινογένεση.
Ένας επί πλέον περιορισμός είναι ότι για να μετατραπούν ενήλικα κύτταρα σε βλαστοκύτταρα θα πρέπει να γίνει εισαγωγή τεσσάρων γονιδίων με συνοδεία τεσσάρων ιών, ένας εκ των οποίων έχει κατηγορηθεί για καρκινογένεση.
Σε δυο μελέτες που δημοσιεύτηκαν στο Nature, ερευνητές ανέλυσαν το γονιδίωμα των επαναπρογραμματισμένων βλαστικών κυττάρων. Κάθε κυτταρική σειρά που προέκυψε από την μετατροπή είχε κατά μέσο όρο έξι μεταλλάξεις, οι οποίες ήταν διαφορετικές για κάθε σειρά, αλλά ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός μεταλλάξεων εμφανίστηκε σε γονίδια που σχετίζονται με τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό ή σε γονίδια που έχουν σχετιστεί με τον καρκίνο. Ωστόσο, η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι ο ρυθμός εμφάνισης μεταλλάξεων στα επαναπρογραμματιζόμενα κύτταρα είναι 10 φορές μεγαλύτερος σε σχέση με άλλα κύτταρα που καλλιεργούνται στο εργαστήριο, χωρίς να είναι γνωστό γιατί τα κύτταρα αυτά έχουν ένα τόσο υψηλό ποσοστό μετάλλαξης. Ερευνητές διαπίστωσαν ότι περίπου οι μισές μεταλλάξεις προϋπήρχαν στα κύτταρα του αρχικού πληθυσμού. Οι υπόλοιπες πρόεκυψαν κατά την διαδικασία της μετατροπής ή κατά την καλλιέργεια. Παρόμοιοι έλεγχοι προγραμματίζεται να γίνουν και στα ανθρώπινα εμβρυικά βλαστικά κύτταρα των βλαστοκύστεων.
Όπως και τα εμβρυικά, τα επαναπρογραμματιζόμενα μπορούν να μετατραπούν σε οποιοδήποτε κυτταρικό τύπο και αυτό τα καθιστά χρήσιμα στις κυτταρικές θεραπείες. Επίσης, επειδή γενετικά ταιριάζουν με τον ασθενή δεν παρουσιάζουν το ρίσκο να απορριφτούν από το δέκτη, όπως συμβαίνει στις αλλογενείς μεταμοσχεύσεις. Η μέθοδος του επαναπρογραμματισμού των βλαστοκυττάρων έχει εφαρμοστεί και στα βλαστοκύτταρα της ομφαλοπλακουντιακής μονάδας και μάλιστα με σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη χρήση άλλων κυττάρων. Τα επαναπρογραμματισμένα κύτταρα έχουν την ηλικία του νεογέννητου, άρα έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες κυτταρικού πολλαπλασιασμού, για τη μετατροπή τους χρειάζεται η τροποποίηση δύο και όχι τεσσάρων γονιδίων και τα νέα κύτταρα που προκύπτουν από την μετατροπή και τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό δεν φέρουν μεταλλάξεις,  λόγω της νεαρής τους ηλικίας. Ο κίνδυνος κακοήθειας σε όλη αυτή τη διαδικασία είναι μηδενικός. Τα βλαστοκύτταρα της ομφαλοπλακουντιακής μονάδας αποτελούν μοναδικό υλικό για τη δημιουργία επαναπρογραμματισμένων βλαστοκυττάρων και εάν στο μέλλον η μέθοδος εφαρμοστεί στην κλινική πράξη σε μια πηγή αυτή θα είναι η καλύτερη και η πλέον ασφαλής για τον ασθενή.

Άρα η φύλαξη του ομφαλοπλακουντιακού αίματος και των μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων από τους ιστούς της ομφαλοπλακουντακής μονάδας  πέραν των ήδη γνωστών εφαρμογών αυξάνει ακόμα περισσότερο τις μελλοντικές δυνατότητες χρήσης του ομφαλοπλακουντιακού αίματος.

ΤΑ ΒΛΑΣΤΟΚΥΤΤΑΡΑ ΒΟΗΘΟΥΝ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΚΙΝΣΟΝ

Ένα μικρό αλλά ελπιδοφόρο βήμα έγινε από ερευνητές που εργάζονται σε πρωτόκολλα θεραπείας της νόσου του Πάρκινσον. Μια ομάδα ερευνητών στην Ιαπωνία χρησιμοποιεί  βλαστικά κύτταρα από το μυελό των οστών για την αντιμετώπιση  της νόσου Πάρκινσον σε πειραματόζωα.
Η χρήση των βλαστοκυττάρων δεν θεράπευσε εντελώς τα πειραματόζωα στα οποία πειραματικά προκλήθηκε η νόσος του Πάρκινσον, αλλά βελτίωσε τις κινητικές δεξιότητες με ασφαλή τρόπο, έγραψαν οι επιστήμονες τη Δευτέρα στο Journal of Clinical Investigation - γεγονός που υποδηλώνει ότι τα βλαστικά κύτταρα από το μυελό των οστών θα μπορούσαν στο μέλλον να είναι μια χρήσιμη πηγή για τη θεραπεία της νόσου του Πάρκινσον στον άνθρωπο.
"Αυτή η μελέτη είναι η πρώτη που δείχνει την αποκατάσταση της ντοπαμινεργικής λειτουργίας και της κινητικής συμπεριφοράς σε πρωτεύοντα ζώα με νόσο του Πάρκινσον" μετά τη θεραπεία με νευρώνες οι οποίοι προήλθαν από βλαστικά κύτταρα, σημείωσαν.
Τα βλαστικά κύτταρα είναι αρχέγονα  κύτταρα τα οποία μπορούν να μετατρέπονται σε ωριμότερα  κύτταρα  μέσα στο σώμα. Από καιρό οι επιστήμονες ερευνούν  τρόπους που θα μπορέσουν χρησιμοποιώντας βλαστοκύτταρα να αποκαταστήσουν όργανα και  ιστούς μετά από από ατύχημα ή ασθένεια.
Η νόσος του Πάρκινσον είναι ένα προσφερόμενο πεδίο εφαρμογών για θεραπείες με αρχέγονα κύτταρα, επειδή τα άτομα με τη διαταραχή έχουν χάσει νευρώνες  οι οποίοι  παράγουν τη νευροδιαβιβαστική ουσία ντοπαμίνη. Εάν τα χορηγούμενα βλαστικά κύτταρα μπορέσουν  στο εργαστήριο να εξελιχθούν σε υγιείς ντοπαμινεργικούς νευρώνες και στη συνέχεια τοποθετηθούν μέσα στην παρεγκεφαλίδα, ίσως οι ασθενείς να μπορέσουν  να ανακουφιστούν από την αστάθεια, την απώλεια της ισορροπίας, τη σιελόρροια και τα άλλα επώδυνα συμπτώματα της νόσου.
Η ιαπωνική ομάδα, με επικεφαλής τον Takuya Hayashi στο  RIKEN το οποίο είναι Κέντρο Μοριακής Απεικόνισης στο Κόμπε της Ιαπωνίας, διεξήγαγε έρευνα σε μια ομάδα 10 ενηλίκων πειραματοζώων στα οποία προκλήθηκε  νόσος του Πάρκινσον στο  αριστερό ημισφαίριο».
Αφαίρεσαν μυελό των οστών από το ισχίο των πειραματοζώων και απομόνωσαν τα μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα. Και ενώ τα μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα που απομονώνονται από το μυελό των οστών μπορούν να διαφοροποιηθούν σε μια ποικιλία διαφορετικών τύπων κυττάρων, όπως οστικών, χονδρικών και λιποκυττάρων,  εν τούτοις δεν είναι τα ίδια με  τα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα ή τα επαγόμενα πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα, τα οποία και αυτά μπορούν να μετατραπούν  σε οποιοδήποτε τύπο κυττάρου του σώματος. Η ομάδα χρησιμοποίησε μια παλαιότερα δημοσιευθείσα μέθοδο σύμφωνα με την οποία τα μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα μετατράπηκαν σε νευρώνες οι οποίοι παρήγαγαν τη νευροδιαβιβαστική ουσία ντοπαμίνη, η οποία είναι η ουσία που λείπει στους παρκινσονικούς ασθενείς.
Ο Hayashi και οι συνεργάτες του μελέτησαν τους νευρώνες που δημιούργησαν στο εργαστήριο, για να εξασφαλίσουν ότι όντως παράγουν ντοπαμίνη, και στη συνέχεια τους χορήγησαν τοπικά  μέσα στον εγκέφαλο  σε πέντε πειραματόζωα. Κάθε ένα  από τα πέντε πειραματόζωα έλαβαν κύτταρα προερχόμενα από το δικό τους μυελό των οστών. Τα υπόλοιπα πειραματόζωα χρησιμοποιήθηκαν ως μάρτυρες, δεν έλαβαν δηλαδή βλαστοκύτταρα.
Τα πειραματόζωα που έλαβαν τα βλαστοκύτταρα παρουσίασαν σημαντική βελτίωση της  κινητικής τους λειτουργίας, όπως ανέφερε η επιστημονική ομάδα. Επιπλέον, έγινε μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου και ιστολογική εξέταση και οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι εμφυτευμένοι νευρώνες συνεχίζουν την παραγωγή μικρών ποσοτήτων ντοπαμίνης για τουλάχιστον εννέα μήνες. Κανένα από τα πειραματόζωα δεν ανέπτυξαν όγκους. Επειδή τα κύτταρα προερχόταν από το μυελό των οστών των ίδιων των πειραματοζώων  δεν υπάρχει κίνδυνος απόρριψης. Επί πλέον λόγω του ότι η προέλευσή τους είναι από τα ίδια τα ενήλικα πειραματόζωα – όχι έμβρυα – παρακάμπτονται θέματα διαθεσιμότητας και ηθικά ζητήματα που εμπλέκονται στη χρήση εμβρύων για απομόνωση βλαστοκυττάρων, έγραψαν οι επιστήμονες.
Πριν η θεραπεία εφαρμοστεί σε ασθενείς θα χρειαστούν  επί πλέον  μελέτες για να βελτιωθεί ο αριθμός και η βιωσιμότητα των κυττάρων μετά την εμφύτευση, καθώς και να ενισχυθεί η θεραπευτική τους δράση. Αλλά, προσθέτουν, αυτή η προσέγγιση "μπορεί να επεκτείνει τις θεραπευτικές δυνατότητες των  κυτταρικών  θεραπειών στους  ασθενείς με νόσο του Parkinson".