Follow on Bloglovin

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2013

21ος AΙΩΝΑΣ: Ο ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΒΛΑΣΤΟΚΥΤΤΑΡΩΝ

Στον αιώνα που διανύουμε δύο βραβεία Νόμπελ απονεμήθηκαν σε ερευνητές που το πεδίο της έρευνάς τους είναι τα βλαστοκύτταρα. Το βραβείο Νόμπελ φέτος μοιράστηκε ανάμεσα στον Ιάπωνα Shinya Yamanaka καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Kyoto και τον Άγγλο John Gurdon παλαιότερα καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ  και σήμερα Πρόεδρο του Gurdon Institute of Cambridge. To βραβείο που απονεμήθηκε, αφορά τη μεθοδολογία που μετατρέπει κύτταρα του ενήλικα, όπως κύτταρα του δέρματος, σε πολυδύναμα βλαστοκύτταρα, τα οποία στη συνέχεια μπορούν να εξελιχτούν σε άλλα είδη κυττάρων του ανθρώπινου σώματος. Τα κύτταρα αυτά με την ονομασία επαναπρογραμματιζόμενα κύτταρα ή Iinduced Pluripotent Stem Cells (IPSCs) εμφανίζουν χαρακτηριστικά εμβρυϊκών κυττάρων και έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον των επιστημόνων και του κοινού ως μια πιθανή εναλλακτική λύση στη χρήση ανθρώπινων εμβρυικών βλαστικών κυττάρων. Η μέθοδος στηρίχτηκε στη δημοσίευση που είχε κάνει το 1960 ο Βρετανός Gurdon, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ανέπτυξε τη μέθοδο της κλωνοποίησης στο βάτραχο, χρησιμοποιώντας δερματικά κύτταρα. Η μέθοδος στη συνέχεια εφαρμόστηκε στο πρόβατο και το 1997 δημιουργήθηκε η Dolly. Το 2006 ο Yamanaka σε ηλικία 50 ετών στηριζόμενος στην τεχνολογία αυτή μετέτρεψε ενήλικα κύτταρα του δέρματος ανθρώπου σε πολυδύναμα βλαστοκύτταρα και μάλιστα εμβρυϊκού τύπου. Τα καινούρια βλαστοκύτταρα μπορούν να μετατραπούν σε όλα τα κύτταρα του οργανισμού και να χρησιμοποιηθούν στην Αναγεννητική Ιατρική για την αποκατάσταση οργάνων.
Η μέθοδος αυτή εάν κριθεί ασφαλής και μεταφερθεί στην  κλινική πράξη  θα μπορεί ο καθένας ανά πάσα στιγμή να χρησιμοποιεί τα δικά του βλαστοκύτταρα για όσες εφαρμογές είναι γνωστές μέχρι σήμερα και πιθανόν και αυτές που θα προκύψουν στο μέλλον.
Η μέθοδος αυτή ενώ είναι πρωτοποριακή  ως προς τις ερευνητικές δυνατότητες που παρέχει, σήμερα συναντά ορισμένους περιορισμούς όταν πρόκειται να εφαρμοστεί σε ασθενείς. Ένας εξ αυτών είναι ότι η χρήση εμβρυϊκού τύπου βλαστοκυττάρων, όπως αυτών που προκύπτουν από την  ανωτέρω διαδικασία προκαλεί  ογκογένεση λόγω τοπικής συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού κυττάρων από τον έντονο πολλαπλασιασμό των  εμβρυϊκών κυττάρων, όχι απαραίτητα κακοήθη. Ένας άλλος περιορισμός είναι ότι η μετατροπή των δερματικών κυττάρων σε εμβρυικά βλαστοκύτταρα αφορά περιορισμένο αριθμό κυττάρων, τα οποία για να έχουν θεραπευτική χρήση θα πρέπει να πολλαπλασιαστούν αρκετές φορές. Ο πολλαπλασιασμός αυτός φέρει στην επιφάνεια μεταλλάξεις, μερικές από τις οποίες συνδυάζονται με καρκινογένεση.
Ένας επί πλέον περιορισμός είναι ότι για να μετατραπούν ενήλικα κύτταρα σε βλαστοκύτταρα θα πρέπει να γίνει εισαγωγή τεσσάρων γονιδίων με συνοδεία τεσσάρων ιών, ένας εκ των οποίων έχει κατηγορηθεί για καρκινογένεση.
Σε δυο μελέτες που δημοσιεύτηκαν στο Nature, ερευνητές ανέλυσαν το γονιδίωμα των επαναπρογραμματισμένων βλαστικών κυττάρων. Κάθε κυτταρική σειρά που προέκυψε από την μετατροπή είχε κατά μέσο όρο έξι μεταλλάξεις, οι οποίες ήταν διαφορετικές για κάθε σειρά, αλλά ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός μεταλλάξεων εμφανίστηκε σε γονίδια που σχετίζονται με τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό ή σε γονίδια που έχουν σχετιστεί με τον καρκίνο. Ωστόσο, η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι ο ρυθμός εμφάνισης μεταλλάξεων στα επαναπρογραμματιζόμενα κύτταρα είναι 10 φορές μεγαλύτερος σε σχέση με άλλα κύτταρα που καλλιεργούνται στο εργαστήριο, χωρίς να είναι γνωστό γιατί τα κύτταρα αυτά έχουν ένα τόσο υψηλό ποσοστό μετάλλαξης. Ερευνητές διαπίστωσαν ότι περίπου οι μισές μεταλλάξεις προϋπήρχαν στα κύτταρα του αρχικού πληθυσμού. Οι υπόλοιπες πρόεκυψαν κατά την διαδικασία της μετατροπής ή κατά την καλλιέργεια. Παρόμοιοι έλεγχοι προγραμματίζεται να γίνουν και στα ανθρώπινα εμβρυικά βλαστικά κύτταρα των βλαστοκύστεων.
Όπως και τα εμβρυικά, τα επαναπρογραμματιζόμενα μπορούν να μετατραπούν σε οποιοδήποτε κυτταρικό τύπο και αυτό τα καθιστά χρήσιμα στις κυτταρικές θεραπείες. Επίσης, επειδή γενετικά ταιριάζουν με τον ασθενή δεν παρουσιάζουν το ρίσκο να απορριφτούν από το δέκτη, όπως συμβαίνει στις αλλογενείς μεταμοσχεύσεις. Η μέθοδος του επαναπρογραμματισμού των βλαστοκυττάρων έχει εφαρμοστεί και στα βλαστοκύτταρα της ομφαλοπλακουντιακής μονάδας και μάλιστα με σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη χρήση άλλων κυττάρων. Τα επαναπρογραμματισμένα κύτταρα έχουν την ηλικία του νεογέννητου, άρα έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες κυτταρικού πολλαπλασιασμού, για τη μετατροπή τους χρειάζεται η τροποποίηση δύο και όχι τεσσάρων γονιδίων και τα νέα κύτταρα που προκύπτουν από την μετατροπή και τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό δεν φέρουν μεταλλάξεις,  λόγω της νεαρής τους ηλικίας. Ο κίνδυνος κακοήθειας σε όλη αυτή τη διαδικασία είναι μηδενικός. Τα βλαστοκύτταρα της ομφαλοπλακουντιακής μονάδας αποτελούν μοναδικό υλικό για τη δημιουργία επαναπρογραμματισμένων βλαστοκυττάρων και εάν στο μέλλον η μέθοδος εφαρμοστεί στην κλινική πράξη σε μια πηγή αυτή θα είναι η καλύτερη και η πλέον ασφαλής για τον ασθενή.

Άρα η φύλαξη του ομφαλοπλακουντιακού αίματος και των μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων από τους ιστούς της ομφαλοπλακουντακής μονάδας  πέραν των ήδη γνωστών εφαρμογών αυξάνει ακόμα περισσότερο τις μελλοντικές δυνατότητες χρήσης του ομφαλοπλακουντιακού αίματος.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου